σφραγίζομαι

σφραγίζομαι
σφραγίζομαι, σφραγίστηκα, σφραγισμένος βλ. πίν. 34

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • σφραγίζομαι — σφρᾱγίζομαι , σφραγίζω close pres ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατασημειούμαι — κατασημειοῡμαι, όομαι (Α) σφραγίζω κάτι καλά. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + σημειοῦμαι «σφραγίζομαι» (< σημεῖον)] …   Dictionary of Greek

  • σφραγίζω — ΝΜΑ, και ιων. τ. σφρηγίζω Α [σφραγίς, ίδος] 1. επιθέτω σφραγίδα, βάζω βούλλα (α. «το πιστοποιητικό σφραγίστηκε από την αρμόδια υπηρεσία» β. «τὸ βιβλίον τῆς κτήσεως τὸ ἐσφραγισμένον», ΠΔ) 2. κλείνω κάτι βάζοντας σφραγίδα ή σαν να βάζω σφραγίδα (α …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”